Τα δάση σε όλο τον κόσμο αποθηκεύουν περίπου 16 δισεκατομμύρια τόνους διοξειδίου του άνθρακα κάθε χρόνο -λίγο περισσότερο από το τριπλάσιο από αυτό που εκπέμπουν ετησίως οι ευρωπαϊκές χώρες. Όμως αυτές οι δασικές εκτάσεις ολοένα και συρρικνώνονται σε ανησυχητικό ρυθμό. Σύμφωνα με τον Οργανισμό Τροφίμων και Γεωργίας του ΟΗΕ, περίπου 10 εκατομμύρια εκτάρια δάσους χάνονται κάθε χρόνο, κυρίως λόγω της επέκτασης της γεωργίας. Και όταν τα δέντρα κόβονται, μεγάλο μέρος του διοξειδίου του άνθρακα που αποθηκεύουν απελευθερώνεται στην ατμόσφαιρα.
Αυτό έχει, φυσικά, ως αποτέλεσμα να έχουν γίνει τις τελευταίες δεκαετίες δεκάδες οργανωμένες προσπάθειες, προκειμένου να αντισταθμιστεί αυτή η ζημιά. Πώς συμβαίνει αυτό; Με τη φύτευση δισεκατομμυρίων δέντρων, ώστε να απορροφήσουν περισσότερο διοξείδιο του άνθρακα από τον αέρα. Κυβερνήσεις από όλο τον κόσμο, καθώς και εταιρείες, έχουν δεσμευτεί για δενδροφυτεύσεις για την ενίσχυση της δασικής κάλυψης.
«Αιχμαλωτίζει πραγματικά τη φαντασία της κοινής γνώμης και αυτό είναι καλό επειδή κάνει τους ανθρώπους να το σκέφτονται. Αλλά νομίζω ότι το μήνυμα έχει υπεραπλουστευθεί», δήλωσε η επιστήμονας προστασίας της φύσης Κέϊτ Χάρντγουϊκ από την Millennium Seed Bank Partnership στο Βασιλικό Βοτανικό Κήπο του Ηνωμένου Βασιλείου, Κιού μιλώντας στη Deutche Welle. «Η αναδάσωση είναι μέρος της απάντησης, αλλά δεν εξυπηρετεί να εστιάσουμε μόνο στα δέντρα», πρόσθεσε.
Πόση διαφορά μπορούν πραγματικά να κάνουν τα δέντρα στην κλιματική κρίση;
Κατά τη διάρκεια της ζωής τους, τα δέντρα απορροφούν διοξείδιο του άνθρακα για να φωτοσυνθέσουν και να το κρατήσουν «κλειδωμένο» στα φύλλα, τις ρίζες, τον κορμό, τα κλαδιά και στο χώμα τους.
Αλλά το πόσο περισσότερο διοξείδιο του άνθρακα θα μπορούσε να αφαιρεθεί από την ατμόσφαιρα, φυτεύοντας εκατομμύρια επιπλέον δέντρα είναι ένα θέμα συζήτησης μεταξύ των επιστημόνων. Συγκεκριμένα, είναι σημαντικό να γνωρίζουμε πως εκπέμπουμε κατά μέσο όρο, λίγο λιγότερο από 40 δισεκατομμύρια τόνους διοξειδίου του άνθρακα κάθε χρόνο από την καύση ορυκτών καυσίμων και την αλλαγή χρήσης γης.
Η έρευνα έχει υπολογίσει ότι η φύτευση νέων δασών και η αποκατάσταση των υπαρχόντων θα μπορούσε να απορροφήσει μεταξύ 40 και 100 δισεκατομμύρια τόνους διοξειδίου του άνθρακα. Αλλά αυτό μόνο όταν τα νέα δέντρα ωριμάσουν, κάτι που θα μπορούσε να πάρει δεκαετίες.
Μια άλλη εκτίμηση, από τη Βασιλική Εταιρεία του Ηνωμένου Βασιλείου, διατείνεται ότι η αναδάσωση θα μπορούσε να αφαιρέσει 3 έως 18 δισεκατομμύρια τόνους διοξειδίου του άνθρακα από τον αέρα ετησίως, ενώ η βελτιωμένη διαχείριση των δασών θα μπορούσε να εξοικονομήσει 1 έως 2 δισεκατομμύρια τόνους.
Η Σούζαν Κουκ-Πάτον, ανώτερη επιστήμονας αποκατάστασης δασών στον αμερικανικό οργανισμό Nature Conservancy, λέει ότι είναι δύσκολο να καταλήξουμε σε ένα συγκεκριμένο νούμερο. Η έρευνά της «δείχνει εκατονταπλάσια διακύμανση στο δυναμικό δέσμευσης άνθρακα ανάλογα με το πού βρίσκεται μεγάλο μέρος του πληθυσμού». Η αναδάσωση είναι «σίγουρα μια ισχυρή επιλογή», λέει.
Αλλά πρώτα πρέπει να βρεθεί ο διαθέσιμος χώρος, όπου θα φυτευτούν τα δέντρα. Στη συνέχεια, τα φιντάνια πρέπει να παρακολουθούνται και να φροντίζονται με την πάροδο του χρόνου, ώστε να μπορούν να αναπτυχθούν σε ώριμα δέντρα. Εάν τα έργα δενδροφύτευσης δεν προγραμματιστούν σωστά, πιθανότατα δεν θα πετύχουν μακροπρόθεσμα, με αποτέλεσμα να πραγματοποιηθεί μία τεράστια σπατάλη πόρων.
Αναδάσωση: Τι μπορεί να πάει στραβά;
Γι’ αυτό τον λόγο, η Χάρντγουϊκ και άλλοι επιστήμονες στο Βασιλικό Βοτανικό Κήπο Κιού Κιού δημοσίευσαν πέρυσι δέκα χρυσούς κανόνες για την αποκατάσταση των δασών. Αναγνώρισαν ότι «συμβαίνουν πολλά και γίνονται σε τόσο τεράστια κλίμακα που υπάρχει πραγματικός κίνδυνος να γίνει τρομερό λάθος σε μαζική κλίμακα», είπε η Χάρντγουϊκ.
Η ίδια υποστηρίζει ότιδεν πρέπει να εστιάσουμε μόνο στη φύτευση τεράστιου αριθμού δέντρων, αλλά μάλλον στην αποκατάσταση των οικοτόπων. Υπάρχουν, τελικά, λιβάδια και βάλτοι που αποθηκεύουν σημαντική ποσότητα άνθρακα, ωστόσο τυπικά, δεν έχουν δέντρα. Η επιτυχία ενός έργου εξαρτάται επίσης από τη φύτευση των σωστών δέντρων στη σωστή θέση, διαφορετικά το αποτέλεσμα μπορεί να είναι επιζήμιο.
«Εάν φυτέψουμε δέντρα σε εδάφη πλούσια σε άνθρακα, όπως η τύρφη, για παράδειγμα, τότε θα εκπέμπεται πραγματικά περισσότερος άνθρακας από το έδαφος από ό,τι κερδίζουμε από την ανάπτυξη των δέντρων», είπε η Χάρντγουϊκ . «Σε αυτή την περίπτωση λοιπόν, στην πραγματικότητα συμβάλλουμε στις εκπομπές άνθρακα».
Ένα άλλο παράδειγμα που επισημαίνει η επιστήμονας είναι η εκτεταμένη φύτευση ξένων ακακιών και πεύκων στη γηγενή θαμνώδη περιοχή της Νότιας Αφρικής, η οποία εκτόπισε την τοπική χλωρίδα και οδήγησε σε έλλειψη νερού. «Οι ακακίες έχουν γίνει τρομερά επεμβατικές. Και οι Νοτιοαφρικανοί ξοδεύουν τώρα εκατομμύρια δολάρια το χρόνο στην προσπάθεια να τις αφαιρέσουν», είπε.
Γύρω από την πόλη του Κέιπ Τάουν, η οποία σχεδόν ξέμεινε από νερό κατά τη διάρκεια της ξηρασίας του 2018, υπολογίζεται ότι χάνονται 55 δισεκατομμύρια λίτρα νερού κάθε χρόνο από τα μη γηγενή δέντρα που καταβροχθίζουν νερό.
Ποιος είναι λοιπόν ο σωστός τρόπος διαχείρισης των δασών;
Οι χρυσοί κανόνες των ερευνητών του Kιού λένε ότι η προστασία των υπάρχοντων δασών πρέπει να είναι η Νο1 προτεραιότητα της ανθρωπότητας. Όσον αφορά στη δέσμευση άνθρακα και τη βιοποικιλότητα, οι νέες δεντροφυτείες δεν μπορούν να νικήσουν πολύπλοκα δασικά οικοσυστήματα που έχουν αναπτυχθεί εδώ και αιώνες.
Η Κέϊτ Χάρντγουϊκ τονίζει ότι κάθε προσπάθεια αναδάσωσης θα πρέπει να περιλαμβάνει επίσης τις τοπικές κοινότητες στις οποίες θα πρέπει να επιτραπεί να αποκομίσουν κάποιο οικονομικό όφελος από τη διατήρηση των δέντρων ανέπαφων, για παράδειγμα, μέσω της βιώσιμης δασοκομίας ή του οικοτουρισμού. Τα έργα αναδάσωσης θα πρέπει να στοχεύουν στην αναπαραγωγή όσων δέντρων προϋπήρχαν φυσικά εκεί, επειδή τα είδη αυτών των δέντρων θα είναι πιο πιθανό να επιβιώσουν εάν έχουν ήδη προσαρμοστεί σε μια περιοχή.
Η Χάρντγουϊκ συνιστά επίσης τη φύτευση ενός μείγματος ιθαγενών ειδών και όχι μόνο μιας ποικιλίας. Οι μονοκαλλιέργειες είναι «ευάλωτες σε πυρκαγιές, ζημιές από καταιγίδες, παράσιτα και ασθένειες, ενώ ένα μείγμα από διαφορετικά είδη θα είναι πιο σταθερό», είπε. Αυτή η ανθεκτικότητα θα γίνει όλο και πιο σημαντική στο μέλλον, με τα δάση να υπόκεινται σε αυξανόμενη κατάσταση στρες λόγω της κλιματικής αλλαγής, της ξηρασίας και των επιθέσεων εντόμων.
«Καμία λύση για την κλιματική αλλαγή»
Τα δέντρα, όπως αναφέρθηκε, μπορεί να είναι ισχυρά εργαλεία παγίδευσης διοξειδίου του άνθρακα, αλλά οι επιστήμονες προειδοποιούν να μην βασιζόμαστε στα δάση για την επίλυση της κλιματικής κρίσης. «Δεν υπάρχει ενιαία λύση», είπε η Σούζαν Κουκ-Πάτον. «Αλλά αν υπήρχε, θα ήταν να μειώσουμε την εξάρτησή μας από τα ορυκτά καύσιμα».
Η προστασία των υπάρχοντων δασών και η φύτευση νέων —αν γίνει σωστά— θα είναι ζωτικής σημασίας. Αλλά σε ορισμένες περιπτώσεις, ίσως είναι καλύτερο να κάνουμε ένα «βήμα» πίσω και να αφήσουμε τη φύση να ανακάμψει μόνη της. «Μας αρέσει να φυτεύουμε δέντρα. Είναι υπέροχο. Είναι διασκεδαστικό να το κάνουμε, αλλά συχνά μπορεί να είναι φθηνότερο, πιο αποτελεσματικό και πιο εύκολο, απλώς να αφήσουμε τα δέντρα να ξαναγεννηθούν από μόνα τους».
Πηγή: dw.com